Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Έπεα Πτερόεντα

Στο μπαλκόνι του πρώτου ορόφου της απέναντι πολυκατοικίας είναι μια μάινα, πολυλογού και φλύαρη. Με κάνει να γελώ. Όχι σα λέει βρωμόλογα, που ξέρει μπόλικα –σιγά που δε θα ‘ξερε- αλλά όταν βάζει τους νέους νοικάρηδες που αγνοούν την παρουσία της να τρέχουν να προλάβουν μιμούμενη συναγερμό, τηλέφωνο, κουδούνι… Το ξέρω, δεν θα ‘πρεπε να γελώ με τα παθήματα των άλλων. Ίσως θα πρεπε ν’ αντιπαθώ τη μάινα που φέρνει τους μπελάδες και μ’ έχει αφήσει άυπνο πάμπολλα μεσημέρια. Μ’ ελαφρύ μειδίαμα, θυμάμαι πώς την πάτησα νεοφερμένος στο τετράγωνο. Αλλά, που να με πάρει, τη συμπαθώ, ίσως και τη θαυμάζω.

Απ’ όλους μας τριγύρω είναι η μόνη που έχει το θάρρος της γνώμης της. Θα σου τα πει, είτε θέλεις να τ’ ακούσεις, είτε όχι. Κάποιοι περαστικοί δοκίμασαν να την περιγελάσουν πιάνοντας τάχα κουβέντα. Τους ειρωνεύτηκε στυγνά, με το ίδιο υπεροπτικό υφάκι. Βάλανε κι αυτοί τα χέρια στις τσέπες, σκύψανε το κεφάλι και φύγανε μουρμουρίζοντας: «Παλιόπουλο, εγώ φταίω που ασχολήθηκα!». Εσύ βέβαια. Ποιός άλλος; Οι άνθρωποι πάντα τα χάνουν όταν απροσχημάτιστα τους δείχνεις ποιοι είναι. Δεν έχουν, φαίνεται, συνηθίσει να αντιμετωπίζουν τον εαυτό τους. Γι’ αυτό η μάινα λογομαχεί με τους περαστικούς πάντοτε νικηφόρα. Όχι πως νοιάζεται για μάχες.

Μια δόση, σκέφτηκα να πάρω ακόμη μία ελόγου μου. Να ‘χει η άλλη ταίρι, να ‘χω κι εγώ μια συντροφιά όταν απ’ τη δουλειά γυρίζω. Τις φαντάστηκα να συζητούν από μπαλκόνι σε μπαλκόνι, πάνω από το δρόμο. Μα σύντομα το σενάριο φάνηκε φρικαλέο: η παρανοϊκότητα της αιώνιας επανάληψης. Άσε καλύτερα. Μία μονάχα φτάνει. Φτάνει και περισσεύει. Θα συμφωνούσε κι ο δύσμοιρους διαχειριστής από απέναντι που κάθε τόσο ακούει τα παράπονα όσων την πατάνε απ’ τα καμώματά της. Ενοχλημένοι, χτυπάνε τα κουδούνια και φωνασκούν κι ωρύονται, χειρονομούν κι αξιώνουν έξωση. Εκείνος, ως άλλη μάινα, απαντά απαράλλαχτα πως ο κανονισμός το επιτρέπει.

Δεν έχω δει τον ιδιοκτήτη της, καιρό τώρα, να βγαίνει στο μπαλκόνι. Μονάχη κόβει βόλτες, ταΐζεται και κρώζει. Λες πως νοικιάζει αυτή πια το διαμέρισμα. Χαλάλι. Αν ήμουν σπιτονοικοκύρης θα της το παραχωρούσα χωρίς δεύτερη σκέψη. Είναι λεβέντισσα και το αξίζει. Εδώ κάτι περίεργους έδιωξε τις προάλλες μιμούμενη πειστικότατα σειρήνα περιπολικού. Ο παππούς στο ισόγειο είναι σίγουρος πως τον είχανε βάλει στο μάτι. Είναι υπόχρεος λοιπόν στη μάινα και θα της πάρει φρούτα. Άμα το θυμηθεί, γιατί κακογερνάει. Όσο για μένα, είμαι περιχαρής. Πήρα επιτέλους μια απόφαση. Σήμερα θα πάω ν’ αγοράσω κατοικίδιο που μου ταιριάζει. Ένα χρυσόψαρο στη γυάλα…

Σχόλια