Κοφτερό χιούμορ. Καυστική ειρωνεία. Ειλικρίνεια που σπάει κόκαλα. Αλύγιστη πεποίθηση. Φωνή δική σου. Αξεπέραστη. Ασυναγώνιστη. Μοναδική. Όπως κι οι υπόλοιπες. Στριμωγμένες άτσαλα ανάμεσα σε τοίχους κλειστοφοβικούς με έξοδο σφαλιστή. Χορωδία του τρόμου. Λόγια πάνω σε λόγια. Άτακτες στοίβες ίσαμε το ταβάνι. Αφρός από κύματα κουρσάρους και λυσσασμένα σκυλιά που αλυχτάνε στο χαμένο ασημόφωτο. Βενθικές ατμόσφαιρες ξεπριτσινώνουν βασταγερές ραφές καλλιτεχνικές. Φυσαλίδες ξεφεύγουν, μικροί αυτόνομοι κόσμοι. Απ’ το σπασμένο γυαλί στο κράνος του σκάφανδρου που ραγίζει από μια τσεκουράτη κατακούτελη δήλωση. Κι ο ζωογόνος σωλήνας μπλεγμένος, δεσμός γόρδιος. Σε καμιά επιφάνεια δεν οδηγεί. Όχι τουλάχιστον σε κάποια που μπορεί ανάσες να προσφέρει. Μεγαλέξανδροι τραβάνε σπαθιά που ακόνισμα θέλουν. Κι αν τους κοιτάξεις στα μάτια βαθιά, αυτά τα μάτια που πάνθηρα μοιάζουν -μαύρου ή ροζ, διακρίσεις δε γίνονται- το όπλο απρόθυμα θηκιάζουν κι ένα φάλτσο σκοπό περισπασμού αρχίζουν να σφυρίζουν. Τα δάχτυλα