Είναι, που λες, μια πόρτα που στέκει μονάχη στο κενό, σαν να αιωρείται. Αν και καιρό πολύ εδώ, τώρα την παρατήρησες. Τριγύρω τίποτα άλλο, όσο το μάτι βλέπει. Πόρτες κλειστές έχεις μάθει να τις διαβαίνεις, οπότε και με δαύτη αυτό λογικά θα πράξεις. Λογικά… όσο λογική μπορεί να έχει η σκηνή όπου μια πόρτα αιωρούμενη καταμεσής στο έρεβος σε προσκαλεί να τη διαβείς! Τι υπάρχει από πίσω δεν ξέρεις, αλλά ελπίζεις να είναι κάτι ομορφότερο από την τερατώδη κενότητα. Τερατώδης; Δεν ήταν έτσι πριν εντοπίσεις την πόρτα. Βασικά, δεν ήταν καν κενότητα. Μάλλον το ακριβώς αντίθετο, πληρότητα. Πληρότητα αφοπλιστικά καθησυχαστική. Πώς και δεν την είχες προσέξει νωρίτερα; Το κεφάλι ξύνεις, ακόμη άτολμος. Μετά το πηγούνι – αυτό κάνεις πάντα όταν σκέφτεσαι σοβαρά. Και τι αλλάζει σάμπως με μια πόρτα; Μπορείς κάλλιστα να της γυρίσεις την πλάτη ή να κατεβάσεις το κεφάλι ή να κλείσεις τα μάτια ή να χτυπήσεις τα δάχτυλα ή να μουρμουρίσεις μια προσευχή… Μπορείς; Η πόρτα αυτή μοιάζει πεισματάρα. Μπα, ο πεισματ