Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Μετά την Τελευταία Σελίδα

Τρέχουν εικόνες. Θολές, θρυμματισμένες. Χρωματιστές σκιές πλησιάζουν με χείλη που ανοιγοκλείνουν μα ήχο δεν βγάνουν. Τρομάζεις κι όπως είσαι πεσμένος κατάχαμα φέρνεις ενστικτωδώς τα χέρια πάνω απ’ το κεφάλι που βουίζει φρικτά. Σφαλίζεις τα μάτια σφιχτά με αδιάρρηκτο λουκέτο την πεποίθηση πως ονειρεύεσαι. Περνάνε κάποια λεπτά. Κοιτάς ανασφαλής απ’ τη χαραμάδα των βλεφάρων: τα χείλη ακόμη εκεί. Περνάνε κι άλλα λεπτά. Θυμάσαι την έκρηξη. Αυτό εξηγεί πολλά. Τώρα εμβοές. Τώρα ψίθυροι. Τώρα βαβούρα. Τώρα λόγια. Λόγια πολλά, μπερδεμένα κι ακόμη ακατάληπτα. Ανασηκώνεσαι, κάθεσαι οκλαδόν και κοιτάς τριγύρω μ’ ένα βλέμμα θλίψης κι απογοήτευσης που συλλαβίζει: “Δεν έπρεπε να είμαι εδώ!”

Χειρονομείς ικετεύοντας για ησυχία. Όχληση για το κεφάλι λόγια που αδυνατεί να επεξεργαστεί. Αν τ’ αερικά που ξεφωνίζουν είναι φιλεύσπλαχνα θα συμμορφωθούν στην υπόδειξη. Όντως το κάνουν. Πρώτο σου μέλημα, αξιολόγηση της κατάστασης. Ανάθεμα, πολύπλοκο. Χρειάζεσαι κάτι ζωτικά απλούστερο. Παίρνεις βαθιά ανάσα. Σε πονάει η εισπνοή κι είναι πικρός ο αέρας. Σπάει με θόρυβο η εκπνοή σε δεκάδες μικρούς βρυχηθμούς. Κι άλλο κύμα -αυτό αυτοσχέδιο, δικό σου εργόχειρο- κατακυριεύει το μέσα σου κι ύστερα ξεχύνεται ορμητικό μουσκεύοντας τα μάγουλα. Αφού αρδεύσει καλά το λαιμό και το στέρνο σου και χάσει την αρχική του ορμή, παίρνεις τη γενναία απόφαση να σηκωθείς.

Πατάς στα πόδια μ’ εκείνη τη ζάλη που αγνοεί τη λέξη ισορροπία, σαν νήπιο που πρωτοβαδίζει. Δεν θα πέσεις. Μάλλον. Το φωνάζεις να τ’ ακούσουν όσοι μαζεύτηκαν τριγύρω μη σωριαστείς και χτυπήσεις. Το φωνάζεις να τ’ ακούσεις κι εσύ. Ασυναίσθητα έχεις φέρει τα χέρια σε έκταση, θαρρείς να χορέψεις ζεϊμπέκικο. Μα όχι, τέτοιος χορός λεβέντικος δεν αξίζει σε μπουκωμένη μύτη. Θυμώνεις που σε κοιτούν με οίκτο. Θυμώνεις που φάνηκες αρκετά τρελός για να διαβάσεις. Κοκκινίζουν τα μάγουλα και σε μια δροσοσταλίδα δάκρυα βλέπεις την κωμική αντανάκλαση. Γελάς στην εικόνα. Γελάς στην ανάμνηση. Γελάνε κι εκείνοι, αφού ρίξουν συνωμοτικές ματιές συνεννόησης.

“Έτσι, μπράβο!” ακούγεται μια φωνή που εξατμίζεται ευθύς στο πύρινό σου κοίταγμα. Ναι, μπορείς να γελάσεις. Επέζησες, λίγο δεν είναι. Πάνω που καρφιτσώνεις άβολα ένα μειδίαμα, διακρίνεις κάτι. Σκύβεις και το σηκώνεις. Φυσάς τον κουρνιαχτό που είχε καθιζάνει πάνω του. Το οπισθόφυλλο, εκεί όπου ξεκινάει η περιπέτεια για όποιον ξέρει τα βασικά της ανάγνωσης. Λίγες αράδες μεστές που πρέπει να δελεάσουν, να εξιτάρουν, να πείσουν. “Υπάρχουν κι άλλα βιβλία”, αποτολμάει πάλι η φωνή. Παραμυθία. Θα θελες ίσως ν’ ανεβαίνει ο τόνος. Διπλώνεις το οπισθόφυλλο και το βάζεις στην κωλότσεπη. Δαγκώνεις τα χείλη. Κοιτάς ψηλά με υψωμένη γροθιά και ουρλιάζεις: Διαβά-ζω!

Σχόλια