Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αισθητήρες για Συστήματα Αποπάγωσης

Για πολλοστή ημέρα ο αέρας επιμένει να φυσάει παγερός, αναγκάζοντάς με να χρησιμοποιώ τ’ αυτοκίνητο για τις μετακινήσεις μου. Υπό άλλες συνθήκες απλώς θα περπατούσα το ένα τέταρτο της ώρας ως τη στάση του λεωφορείου. Και τον υγιεινό μου περίπατο θα έκανα και θα μου έμεναν τα λεφτά της βενζίνης στην τσέπη να τα πιω σοκολάτα ζεστή με την παρέα χωρίς να διπλοτσεκάρω στο πορτοφόλι. Μα όλες μου οι αντιρρήσεις κάμπτονται μπροστά σε μια κατακόκκινη μύτη και πέλματα που δε τα νιώθω παρά τα δύο ζευγάρια κάλτσες. Κάθομαι το λοιπόν πίσω από το τιμόνι και το καλοριφέρ αναλαμβάνει σιγά-σιγά δράση.

Δεν είναι πως αντιπαθώ την οδήγηση. Κάθε άλλο. Παρέχει κι αυτή τις συγκινήσεις της. Βάζεις μπροστά και πας. Χωρίς περιττές αναμονές και προκαθορισμένα δρομολόγια. Όμως ως οδηγός δεν μπορείς να ζωγραφίσεις στο θαμπωμένο τζάμι, έτσι δεν είναι; Κι αν δεν μπορείς να ζωγραφίσεις στο θαμπωμένο τζάμι, ποιος ο λόγος να υπάρχουν κρύες μέρες; Όχι ειλικρινά, δε βρίσκω άλλη σκοπιμότητα. Άντε τα ζευγαράκια βρίσκουν μια επιπλέον αφορμή για σφιχταγκαλιάσματα μπροστά σε τζάκια και κάτω από παπλώματα. Αλλά για μας, που δεν δεήσαμε να κατέχουμε τζάκι ή πάπλωμα, το άσκοπο του εγχειρήματος παραμένει. Και η δικαιολογημένη δυσφορία που αναγκάζομαι να οδηγώ εξίσου.

Άσε που πρέπει να δένομαι. Δε λέω, πρώτα η ασφάλεια κι όλα τα σχετικά, και πολύ σωστά κι έτσι αρμόζει. Αλλά… δεν το μπορώ, ρε παιδάκι μου. Νιώθω να πνίγομαι λιγάκι. Θέλω ελευθερία κινήσεων. Αυτό το μπες, τσουκ τον ιμάντα μου βγάζει κάτι σε Οδυσσέα αναρτημένο στο κατάρτι. Μ’ όλους τους πειρασμούς του ταξιδιού να προσπερνάνε, να τους παίρνεις χαμπάρι, ν’ αφρίζεις από επιθυμία να ενδώσεις, μα φευ. Δυσκολεύομαι με τη ζώνη κατάστηθα πάνω απ’ το φάσκιωμα με πουλόβερ, ψευτο-αυτεπιγνώσεις, κασκόλ και άλλα τινά θερμαντικά, απαραίτητο ανάχωμα στην επέλαση του δριμέως ψύχους συναισθήσεων. Τη φοράω ωστόσο. Δεν είμαι τόσο αναίσθητος. 

Ανταρεμένος και κάθιδρος φτάνω επιτέλους. Δεν πέτυχα φανάρι για το απαραίτητο στριπτήζ. Αυτή τη φοβερά γυμναστική επίδειξη όταν προσπαθείς να βγάλεις πανωφόρι κι εσώψυχα, μισοανασηκωμένος απ’ τη θέση, πατώντας ταυτόχρονα το φρένο του παραλογισμού και ρίχνοντας κλεφτές ματιές έξω απ’ το παράθυρο για αλλαγές στην οδοσήμανση. Με μαγουλάκια ροδοκόκκινα από την προσπάθεια, ανοίγω δείλα την πόρτα και παγοκρύσταλλοι σχηματίζονται ολομεμιάς στο μούσι. Πάλι περπάτημα προσεκτικό θέλει από εκεί όπου πάρκαρα. Ρουφώντας άκομψα τη μύτη και με τα γυαλιά θαμπωμένα από τις αιφνίδιες μεταπτώσεις θερμοκρασίας, αναρωτιέμαι άραγε πρώτο τι θα σπάσει: ο πάγος ή το ποδάρι μου, από καμιά αυτοκρατορική σαβούρδα.

Σχόλια