Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Χωρίς Παζάρια

Εχθές πήγες στο παζάρι. Όπως και την προηγούμενη. Κι εκείνη πριν απ’ αυτή. Σε φαντάζομαι να περιεργάζεσαι αντικείμενα ευτελούς τιμήματος και αμφιβόλου χρηστικής αξίας πάνω από πάγκους γυρολόγων. Με λαμπερά μάτια κι ένα χαμόγελο ακατέργαστο, παιδικό τα πιάνεις στα χέρια, να τα νιώσεις, ν’ αφουγκραστείς την υλικότητα. «Αχ, τι καλούλι που είναι αυτό!» Θα το πάρεις. Πάντα παίρνεις αυτό που θέλεις. Χωρίς παζαρέματα, δεύτερες σκέψεις, αμφιβολίες. Είναι φορές, αλήθεια, που σε ζηλεύω. Παίρνεις τον δρόμο τον ευθύ και τον διαβαίνεις με τη φωτοφόρα, απόλυτη σιγουριά που χαρίζει η επίγνωση της εφημερότητας. Αντηχούν τα βήματά σου στο σοκάκι. Ρυθμικά. Αέρινα.

Πόσες φορές δεν κάναμε εκείνη την ατελείωτη συζήτηση για τα πάσης φύσεως διακοσμητικά; Κάθε που σ’ επισκεπτόμουν πλήθαιναν ανεξαιρέτως. “Μ’ αρέσουν. Είναι όμορφα. Τι άλλο θες;” κατέληγες τελεσίδικα πάντα, όποτε εγώ -αιώνια δύσπιστος- επιχειρηματολογούσα αμφισβητώντας την αναγκαιότητα ύπαρξής τους στο χώρο. Ήξερες να μου διηγηθείς μια ιστορία για το καθένα. “Αυτό το πήραμε μαζί, τότε που…” έλεγες ενίοτε και μου μούτρωνες έπειτα βλέποντας την απορία στο βλέμμα μου, πειστήριο πως δεν μου ξυπνούσε κάποια ανάμνηση. “Ε! Πώς είναι δυνατόν; Θυμάσαι άλλα κι άλλα!” με μάλωνες, τάχα ενοχλημένη κι εγώ πάσχιζα ν’ ανακαλέσω αυτή ή εκείνη τη λεπτομέρεια μήπως σε κατευνάσω. 

Να! Θυμάμαι εκείνο το καλοκαίρι που βολτάραμε στις αμμουδιές κοχύλι δεν έσκυψες να μαζέψεις. Όμως το ίδιο βράδυ γλυκοκοιτούσες ένα κολιέ από διάφορα κοχύλια σε κάποιο απ’ τα τουριστικά μαγαζάκια. Το δοκίμασες. “Μου πάει;” ρώτησες αυτάρεσκα. “Σου πάει!” απάντησα μηχανικά. Όχι πως δεν το πίστευα κιόλας –ό,τι κι αν φόραγες σου πήγαινε ή έτσι το έβλεπα- αλλά φάνταζε η ασφαλέστερη απάντηση. Θαρρώ πως δεν το πήρες. Είχες την τάση πάντα να κάνεις τ’ αντίθετο απ’ ό,τι πρότεινα. Κι αν ήτανε φορές που, αναγνωρίζοντας το μοτίβο, θέλησα να κάνεις το δικό μου αντιστρέφοντας την επιλογή, τότε διάλεγες να ομογνωμήσεις. 

Στο παζάρι που πήγες, είδες και μια ομπρέλα διαφανή. Με ροζ πουά. Ενώ σου άρεσε, δεν την αγόρασες. Θα το σκεφτείς. Μπορεί να επιστρέψεις να επανορθώσεις. Ομπρέλα, κατά πως φαίνεται, χρειάζομαι κι εγώ. Αυτές που μ’ αγοράζουν όλο τις χάνω. Ξεμένω έτσι μ’ εκείνη την παλιά, την κόκκινη με τα τριαντάφυλλα. Λύση ανάγκης αν δεν θέλω να γίνομαι μούσκεμα. Που μυστηριωδώς πάντα επιστρέφει σώα. Σήμα κατατεθέν τη θεωρείς. Δεν διαφωνώ. Είναι μονάχα λιγάκι φανταχτερή για τα γούστα μου. Καλά, όχι τόσο φανταχτερή όσο η δικιά σου η διαφανής με τα ροζ πουά, γιατί είμαι σίγουρος: γύρισες τελικά και την πήρες.

Σχόλια