Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Κάπου Κάζουαλ

Δεν παίζεται το παιχνίδι όπως το έμαθες. Το διαπιστώνεις μετρώντας τα μάτια που ακόμη ψάχνουν. Πέντε και κάτι ψιλά. Καφές και εισιτήρια. Κράτα τα ρέστα! Θα κατέβω κι απόψε κι ας πήρε να ψυχραίνει –άλλες ψύχρες δεν αντέχονται. Το άκουσα εξάλλου στη φωνή σου στο τηλέφωνο πως συννεφιάζει και ίσως να βρέξει. Δεν έχω ομπρέλα. Τι να την κάνω; Δεν βρέχει ακόμη εδώ. Σε κάθε περίπτωση από ζάχαρη δεν είμαι –από τι είμαι αλήθεια, είναι μεγάλη κουβέντα. Κουβέντα που θα υποδυθούμε πως κάνουμε μέχρι που η ανάγκη να ρίξουμε τα ζάρια για να μην ακούμε τις σκέψεις μας θα υπερισχύσει.

Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία το μέρος. Έχει προκαθοριστεί από κάποια ακατανόητη αλγεβρική συνάρτηση -συνήθεια ίσως την αποκαλούσαν κάποιοι υπεραπλουστεύοντας- και μένει πάγιο. Όπως τα έξοδα που κάνουν τα βήματα στη βροχή ν’ αντηχούν μολύβδινα. Χαϊδεύεις το μούσι σκεπτικός. Ακολουθώ παρομοίως. Η κίνηση, νωχελικό χασμουρητό, αναπαράγεται απ’ αρκετούς γενειοφόρους θαμώνες. Μα καλά, πότε μεγάλωσε το μούσι; Έχω την αίσθηση πως έγινε τώρα, όσο καθόμουν σ’ αυτήν εδώ την πολυθρόνα. Ανασηκώνομαι λίγο να βεβαιωθώ πως δε με δένει τίποτα, πως δεν έχω μετατραπεί σε μεταμοντέρνο κένταυρο με μεταλλικά κάτω άκρα. Μου λες να πιάσω και το τασάκι από παραδίπλα με την ευκαιρία.

Σπινθήρας, βαθιά εισπνοή και μια εξομολόγηση: Ονειρεύεσαι ακόμη ν’ αλλάξεις τον κόσμο! Ο τόνος σου σχεδόν συνωμοτικός. Σκύβεις ελαφρά πάνω απ’ το τραπέζι για να μοιραστείς επεξηγηματικές λεπτομέρειες καθώς σιβυλλικοί καπνοί αιωρούνται ανάμεσά μας. Σου εκμυστηρεύομαι το δικό μου πάθος: το ίδιο ονειρεύομαι κι εγώ. Κάθεσαι πίσω, θαρρείς δεν το περίμενες. Ή το περίμενες κι αφού έχεις επίσημη, ρητή επιβεβαίωση επαναπαύεσαι. Δεν είσαι μόνος κι αν και σε πειράζει λίγο που χάνεις την αποκλειστικότητα, ταυτόχρονα σε γαλβανίζει. Με μια αυτοαναιρούμενη προσμονή, ρωτώ για το σχέδιο, τρέφοντας την ενδόμυχη ελπίδα πως μπορεί όντως να υπάρξει κάποιο, έστω οριακά βιώσιμο και εκτελέσιμο.

Σβήνεις αποφασιστικός το τσιγάρο και είμαι στη φάση: Βρε, λες; Σηκώνεσαι και απομακρύνεσαι με την υπόσχεση να επιστρέψεις σε λίγο. Όσο περιμένω την επάνοδό σου ρίχνω μια τοπογραφική ματιά τριγύρω στο πολύχρωμο ανθρώπινο ψηφιδωτό –πότε γέμισε το μαγαζί χαμπάρι δεν πήρα. Γυρνάς με το γνώριμο ξύλινο κουτί ανά χείρας. Παίζε τώρα, μου λες επιβλητικά, και βλέπουμε! Χαμογελάω ρουθουνίζοντας και γνέφω εντάξει. Αδειάζουμε το τραπέζι, στήνουμε τα πούλια, περιμένω να στρίψεις τσιγάρο καινούργιο. Μια αυθεντική ιεροτελεστία μετάβασης που ακολουθείται ευλαβικά και απαράβατα. Μεταξύ μας, ρε συ, κι όπως θέλεις πάρ’ το, τόσα χρόνια πιστεύεις μάθαμε να σκεφτόμαστε πέρα απ’ το κουτί;

Σχόλια