Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Έξοδος στις Αγορές

Με περπατάς στις δικές σου λεωφόρους. Αυτές που ξέρεις καλά και τις διαβαίνεις πια με κλειστά τα μάτια. Οι πόρτες σ’ αναγνωρίζουν κι ανοίγουν αυτόματα και από παντού χαμόγελα προστρέχουν προς αρωγή σου. Λογικό, σκέφτομαι: τα χαμόγελα στο χαμόγελο. Αν και εκείνα δεν έχουν την ίδια λάμψη. Είναι μουντά, θαρρείς φωτοτυπία. Δεν τους κρατάς κακία. Ξέρεις πως στον κόσμο τους, όπου όλα τριγύρω είναι επιδεικτικά γυαλιστερά, ο ανταγωνισμός είναι αδυσώπητος. "Τι θέλουμε εδώ; Τι ψάχνουμε;" ρωτάω, έχοντας ειλικρινά κάθε πρόθεση να βοηθήσω. Με κοιτάς μ’ ένα βλέμμα αφοπλιστικό που ορθογραφεί με κεφαλαία γράμματα: ΑΝΕΠΙΔΕΚΤΟΣ και συνεχίζεις αμέριμνη την περιήγηση.
 
Ν’ ακολουθήσω προσπαθώ, μα κάθε τόσο σε χάνω. Δεν είναι εύκολο ν’ ακολουθείς θηράτειρες ωραιότητες. Υπερβαίνουν την πρακτική γραμμικότητα και το αρχέγονο αισθητήριο προσανατολισμού αποσυντονίζεται. Όχι πως είναι γνώριμο τερέν τούτο -κάθε άλλο, αλλά κι επιπρόσθετη κίνηση σε τροχιά ανέμελης πεταλούδας καθόλου δεν βοηθάει! Μόλις ξεπεράσω ένα αρχικό μικρό σοκ πως μπορεί και να σε έχασα μέσα σε μια θάλασσα ανθρώπων κατειλημμένων από καταναλωτική φρενίτιδα, αφήνω κάτω τις άλλες σακούλες με τα ψώνια κι υψώνω περισκόπιο. Με τα πολλά σε εντοπίζω στιγμιαία και αυθόρμητα κινώ προς τα ‘κει. Ευτυχώς θυμάμαι εγκαίρως τις σακούλες κι επιστρέφω να τις πάρω. Παρά τρίχα...
 
Αφού μετά βίας γλιτώνω από αγέλη αφηνιασμένη που απροσδόκητα λίγο έλειψε να με ποδοπατήσει, κάτι πίσω μου φαίνεται τους τράβηξε την προσοχή, σε βρίσκω ατάραχη κάπου παρακάτω άρπα να παίζεις στα στοιβαγμένα χρώματα. Επαναφέρεις μια τουφίτσα-φυγά πίσω απ’ τ’ αφτί να μη σου εμποδίζει το πεδίο. Αίφνης μου φορτώνεις την τσάντα σου. Τ’ αναγνωρίζω το σημάδι. Οσονούπω θα κληθώ να δώσω ετυμηγορία και είναι η τσάντα σου που κρέμεται πλέον στον ώμο μου που μου υπόσχεται ισηγορία. Ή την ψευδαίσθηση έστω, γιατί πιότερο τον καθρέφτη πίσω απ’ την κουρτίνα εμπιστεύεσαι. Και καλά κάνεις βέβαια, αυτός είναι επαΐοντας κι εγώ ερασιτέχνης.
 
Κουδούνισμα ταμειακής και το εκλεκτό έχει πλέον επισήμως το προνόμιο να σ’ αγγίζει. Εφόσον δεν το ξεχάσεις στο κουτί. Αν σχεδίαζες σπίτι εξ’ αρχής, θα έφτιαχνες μεγάλη ντουλάπα. Δωμάτιο ολάκερο. Αν σου έλειπαν τετραγωνικά, θα δανειζόσουν απ’ την κουζίνα. Εγώ πάλι την κουζίνα θέλω ευρύχωρη. Μυρωδιές. Ορέξεις. Βουή προσώπων γελαστών γύρω απ’ το τραπέζι. Η συζήτηση λες σ’ έκανε να πεινάσεις. Αντιτείνομαι πως το περπάτημα φταίει, μα το αρνείσαι. Θα πάμε λοιπόν να φάμε. Θες και γλυκό. Θες και καινούργια παπούτσια, αλλά δεν ξέρεις τι χρώμα. Προτείνω λιλά – εσύ μου ‘χεις μάθει τη λέξη. Απαντάς πως θα πάρουμε κέικ σοκολάτα.

Σχόλια