Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Τελευταία Σελίδα

Για μέρες κοίταζα πιότερο τα φύλλα παρά τις αράδες. Λιγόστευαν τα αφιλότιμα επικίνδυνα κι ένας κόμπος δενότανε στο στομάχι μου τόσο περίτεχνος όσο τ’ αρχιγράμματα των κεφαλαίων. Ποτέ δεν μου άρεσαν ιδιαίτερα τ’ αρχιγράμματα. Όχι καλλιτεχνικώς, όχι, εφόσον κάποια απ’ αυτά είναι σίγουρα μικρά αριστουργήματα. Μάλλον ιδεολογικώς. Δεν κατάλαβα ποτέ τι τόσο ιδιαίτερο έχει το πρώτο γράμμα ενός κεφαλαίου κι αξίζει ιδιαίτερης μεταχείρισης. Όμως είναι κι άλλα πράγματα που δεν κατάλαβα ποτέ τι τόσο ιδιαίτερο έχουν κι όμως είναι παράλληλα μικρά αριστουργήματα, οπότε δεν επιμένω –που δεν το συνηθίζω βέβαια αλλά ας όψεται, άλλα προέχουν κι αλλοίμονο όχι για πολύ. 

Φαίνεται τα τυπογραφημένα στοιχεία, αν και το στοιχείο μου, δεν φωνασκούσαν αρκετά, όπως συνήθως, για να με κάνουν να ζαλιστώ μ’ εκείνη τη γλυκιά ζάλη που σ’ απαγάγει κι ύστερα σου φτιάχνει κόσμους να γεύεσαι και να δαγκώνεις τα χείλη. Δάγκωνα μεν τα χείλη, μα από ανησυχία κι εκείνο το φοβερό αίσθημα που έχεις όταν βρίσκεσαι σε άφωτο δωμάτιο με φακό που του τελειώνουν οι μπαταρίες ενώ δεν συμπαθείς το σκοτάδι. Ξέρεις πως θα ‘ρθει η στιγμή, μα την απεύχεσαι. Μ’ όλο σου το είναι παρακαλάς κάποια συμπαντική παράλλαξη ν’ ανατρέψει τη φυσιολογική ροή γεγονότων και ν’ αποτρέψει το αναπόφευκτο.

Οι ανεπιθύμητες στιγμές που ξέρεις πως θα ‘ρθουν είναι σαδιστικά εκδικητικές. Δηλητηριάζουν όλη τη διαδρομή από τη σύλληψη μέχρι την άφιξη. Σ’ αφήνουν να ρουφάς το φαρμάκι στάλα τη στάλα μέχρι σχεδόν ξέπνοος να σωριαστείς στα πόδια τους. Γελάνε έπειτα σαρδόνια πάνω απ’ το ακίνητο κορμί σου και σου ψιθυρίζουν στ’ αυτί ερωτικά: “Τέλειωσες, μάτια μου;” Προσπάθησα να καθησυχαστώ πως δεν θα μου σωθούν ακόμη οι σελίδες. Στην απελπισία μου αποπειράθηκα να διαβάσω και τα διάκενα. Αλήθεια, το έκανα, μα σε ξορκίζω, μην το δοκιμάσεις. Πονάει. Είναι αφύσικο να βαστάς με τεχνάσματα το βλέμμα που θέλει να καλπάσει αγέρωχο, ανεμπόδιστο.

Ζύγιασα με το χέρι το δεξί, είχε έρθει η ώρα. Τράβηξα έξω το σελιδοδείκτη, όπως τραβάς την περόνη από χειροβομβίδα. Η αντίστροφη μέτρηση ξεκίνησε, από εδώ και πέρα μονορούφι μέχρι την έκρηξη. Σηκώθηκε κύμα ψηλό και πάλλευκο, έσκασε και με βύθισε βίαια και χωρίς οίκτο στην άβυσσο –όλα μια ανασκόπηση σινεμασκόπ. Ύστερα με ξέβρασε στη σιωπή. Οι πραγματιστές γνωρίζουν πως όλα τα ωραία κάποτε τελειώνουν και φτιάχνουν το πρόγραμμά τους κατάλληλα. Οι ρομαντικοί διαφωνούν και διατείνονται πως τα ωραία ποτέ δεν τελειώνουν γιατί ζουν για πάντα μέσα μας ως φυλαχτά αμύθητης αξίας. Εγώ; Εγώ απλώς λέω πως λάτρεψα το βιβλίο!

Σχόλια

  1. Έζησα την εμπειρία της ανάγνωσης δίχως να κρατώ βιβλίο στο χέρι μου! Υπέροχη περιγραφή :-)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Οι καλύτερές μου αναγνώσεις έγιναν χωρίς βιβλίο! :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου