Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Στην Άλλη Όχθη του Σιωπώ

Όσα σε δένουν στη γη και το σώμα σου λάσπες φορτώνουν. Όσα αρπάζουν κομμάτια του νου και τα πετούν στη φωτιά. Όσα ανάσες χαρίζουν γλυκιές και τα πανιά σου φουσκώνουν. Όσα σε ξεθεώνουν και στα γόνατα πέφτεις να λες προσευχές. Όσα δακρύζουν κι ανθίζουν, στριφογυρίζουν, αντοχές διαμελίζουν κι άσυλο ζητάνε μετά. Όλα αυτά μην τ’ αρνείσαι. Μην προσποιείσαι πως δεν σ’ επισκεφτήκαν ποτέ. Στα χείλη σου δώσε την άδεια να ξεκλειδώσουν. Ν’ αφήσουν έξω να βγει ό,τι γράφει η ψυχή. Τ’ απελεύθερα λόγια να δεις τελικά θα σε σώσουν κι από πηγάδι που ‘ναι τάχα στεγνό θ’ αναβλύσει πηγή. 

Κι αν ξύδι, νομίζεις, θα χύσεις και θα σπείρεις αγκάθια. Κι αν τρέμεις πως όσα κι αν πεις δε θ’ ακούσει αλήθεια κανείς. Κι αν έτοιμος είσαι τις σκέψεις και πάλι να θάψεις, το φτυάρι να κάψεις και να ντυθείς ενοχικά τη σιωπή. Ανατροπή. Λύσε τα μέλη που ‘χεις στ’ αμέτοχο σφιχτοδέσει. Να μην μείνουν στη μέση και σαπίσουν εκεί. Άφησέ τα να χειρονομήσουν, να ξενυχτήσουν και πύργους στην άμμο να χτίσουν. Παράλληλα σ’ όσα πλάθουν τα χέρια, χειμώνες ή καλοκαίρια, δώσε πνοή και μιλιά. Βρες τ’ όνομά τους γραμμένο στο τεφτέρι της μνήμης. Μην καταπίνεις όσα σου φτιάχνουν ζωή. 

Κι αν η φωνή λιγοστή στην αρχή κρύβεται σε κυριολεξίες. Και θέλει κούρδισμα κάμποσο για ν’ ακουστεί μπροστά σε κοινό. Κι αν ξάφνου άτεχνα την ένταση υψώνει, ματώνοντας άδικα τον δόλιο λαιμό. Τον ειρμό και αν χάνει και σε τρίμματα σπάνει με βραχνάδες που μοιάζουν κομήτες. Στο πρόγραμμα οι ήττες. Ίσως την δεις να θεριεύει και να γυρεύει στους ίσκιους να δώσει κορμί. Να πισωδρομήσεις στην τρομερή αφωνία αφορμή μην το βρεις. Με τον καιρό και τη φροντίδα θα στρώσει. Κι όσα ήθελε κάποτε επίπονα να ξεχάσει ή τυφλά να κραυγάσει, θα τα ‘χει μερώσει και μέλι θα τρέχουν θαρρείς. 

Κι αφού γίνεις αφέντης, ιππότης και δόγης στην προφορά της στιγμής. Κι έχεις πει όσα αντέχεις και θέλεις κι αισθάνεσαι πως αδιαμφισβήτητα πρέπει να πεις. Κι ύστερα λίγα ακόμα, απλά για το γούστο, ίσα να νιώσεις φιλότιμος αγορητής. Κι αφού απλόχερα η καρδιά συμφωνήσει κι υπογράψει με χτύπους που τα μάτια κρατούν ανοιχτά: Πια δεν υπάρχουν κρυμμένα. Όλα τα αποσιωπημένα έχουν γίνει ρητά. Επίτρεψέ μου κι εμένα δυο λογάκια να πω να γλιτώσω. Που παιδεύομαι τόσο. Κι αν φωνάξω λιγάκι ή μιλήσω με διόλου ευχάριστο τόνο, το παλεύω να ξέρεις και θ’ ακούγομαι αλλιώς, αν μου δώσεις τον ανάλογο χρόνο.

Σχόλια