Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Μνήμη Ανάγνωσης Μόνο

Όταν το μυαλό έχει δέσει κόμπους, περπατήσει δρόμους κι ανακαλύψει τη φωτιά του, σπίθες επικίνδυνες πετάει, μα καίει με τάξη. Όταν κάθε απόκριση έχει στηθεί γέφυρα λιθολαξευτή που ενώνει το ρητό με τ’ αντικατόπτρισμά του, ξέγνοιαστος ο ειρμός στα βαθιά βουτάει πριν σε γνωστά λημέρια αράξει. Όταν οι κορμοί στα δέντρα της νόησης φράχτης πυκνός έχουν γίνει, χορεύουν φυλλωσιές του γνώριμου με τη φλογέρα του αθανάτου. Όταν ο αέρας, όπου κι αν φυσάει, δεν γυρίζει βέλη, μα μπορεί αν θέλει να αλέσει στάχυα σκέψεις να ταΐσει τη γενιά του, γλυκό ψωμί να φάει βρίσκει η έκφραση στο τραπέζι του αφάτου. 

Μα αν κάπου αλλού καταιγίδα φριχτή σε έχει ξεβράσει. Δυστυχώς μακριά απ’ όσα θέλεις τριγύρω να σου κρατούν συντροφιά. Πιότερο η γυαλάδα στα μάτια θα σε εξυπηρετήσει απ’ την υψωμένη γροθιά. Πάλι θα στήσεις τον κόσμο που έχασες. Πάλι για πρώτη φορά. Κι ήρωες φίλοι θα ‘ρθούνε να ψάξουν μ’ αγγίγματα κοστούμια και σκηνικά. Θα ‘ναι καινούργια και άγνωστα. Θα ‘ναι παλιά και γνωστά. Βόλτες με απίθανα πισωγυρίσματα που ανέλπιστα σε πηγαίνουν μπροστά. Αν σε πλευρίσει της προσοχής ο ζητιάνος, να φάει και να πιει απλόχερα δώστου. Δεν περισσεύει αλήθεια κανείς στο λαμπρό πανηγύρι του νόστου. Ζήτα ό,τι θες. 

Η αφήγηση σαν γεννηθεί δεν πεθαίνει. Ακόμα κι άμα σβηστεί ανασαίνει. Είναι πάντα εκεί και προσμένει να την ξαναβρείς. Γραμμή τη γραμμή εντοπίζεις τα βήματα για να επιστρέψεις στα νήματα που άδοξα είχες αφήσει ξοπίσω και θρηνούσες για θύματα. Ένα σημάδι αρκεί. Μια επανάληψη τόνου. Παλλόμενη φωνή θα ξεχυθεί και σάρκα διακαώς θα αναζητεί ώσπου να πάρει τη μορφή θρυλικού της προγόνου. Όσοι δείχτες κι αν γυρίσουν κι όσα κι αν κιτάπια καούν, οι νευρώνες σαν μιλήσουν ποτέ ξανά δεν σιωπούν. Αναθάρρησε λοιπόν και τις μαύρες έγνοιες διώξε. Ό,τι έχασες στο ψες θα σ’ επισκεφτεί κι απόψε. Πάρτο αγκαλιά. 

Πάνω στα λόγια που ‘χεις πλέξει πατάς για να φτάσεις της ζωής σου το βάζο με γλυκό τριαντάφυλλο. Κι αν νομίζεις θα σπάσει και τιμωρία θα φας, μάλλον δεν έχεις μάθει στα λόγια σου να σε σηκώνουν στο άπειρο. Ψηλά ως το γεμάτο φεγγάρι, το πάνω το ράφι και της ψυχής το απόγειο. Ψηλά εκεί που τα σύννεφα δένουν τις ασημένιες τους φόδρες σελίδες σε χρηστικό ευχολόγιο. Μη γκρινιάζεις επομένως που ‘ναι το βάζο κλειστό και τάχα κρυμμένο. Ξέρεις ήδη που είναι κι άμα θες το ανοίγεις με χάρη. Στις αράδες του νου ορίστε το λεν το μακάρι. Πες ευχαριστώ.

Σχόλια