Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ντάμα Κούπα

Δεν έμαθα στα λόγια μου να ρίχνουν στην καρδιά. Κι έτσι δεν βυθίζονται, στο νου εξοστρακίζονται και μένουν στα ρηχά. Γιατί κακώς θεώρησα καθώς τα βαθμονόμησα πως, ψηλά ώστε να φτάσουν, ψηλά να βλέπουν πρέπει. Όσα αξίζουν να σωθούν, στον άνεμο σα απλωθούν, θα βρουν ανάσα και φωνή και σάλπιγγα χρυσοδιπλογυριστή για ν’ αναγγέλλουν έπη. Ενώ τα λοιπά περίλυπα, έχοντας λοξεύσει χάμω, θα πνίγονται σε λάσπες, θα σβήνονται στην άμμο. Μοιάζει έφοδος μελετημένη. Αδιαφορεί ωστόσο ο απείθαρχος πύργος που ολοένα τα δέοντα λάβαρα υφαίνει. Απ’ των κεραυνών το ηλεκτρικό γαλάζιο απαστράπτων. Ο γεμάτος κλαγγές από τιτάνια γρανάζια λογισμών και πραγμάτων.

Το χτύπημα μεσόστηθα, απ’ όταν το πρωτογνώρισα, δεν το ‘βρα ευγενές. Να μη στοχεύω χαμηλά, κάτω απ’ τη μύτη του ντουνιά, όχι μονάχα δίκαιο, μ’ απλό και προφανές. Έτσι χωρίς προσκόμματα, με λίστες και ονόματα, βαριά και κατακούτελα αμόλαγα βολές. Μα το κεφάλι δεν γνωρίζει τι θα πει εξημέρωμα κι ό,τι μοιάζει να ουρλιάζει πάντα λύκο το φωνάζει κι αμπαρώνεται ν’ αντέξει φυσαγερό ξεσπίτωμα. Χτίζει τείχη –μη σου τύχει– γι’ ό,τι λογίζει αταίριαστο κι έχει οξεία αλλεργία στο πυκνό και τ’ ακατέργαστο. Οι νοερές οι καταλήψεις άστοχα στρατηγήματα. Τι να πιάσει όταν στο διάβα βρίσκει καθέτους και φτερνίσματα;

Αν δεν τα μπάσεις μέσα τους σιμά στα σωθικά τους, τα λόγια δεν παίρνουν να φυτρώνουν, γλυκούς καρπούς να δώσουν νέας εσοδείας. Κι αν δεν τα ποτίσεις μ’ αίματα –αλήθεια όχι ψέματα– πέφτουν για αιώνες ξέπνοα κι άδικα σε χρεώνουν μέχρι χρεοκοπίας. Κι αν τ’ αφήσεις να χαθούν, χωρίς αλλού να σκαλωθούν ή δρόμο να έχουν να σιμώνουν, πίσω γυρνούν φαντάσματα κι αναζητούν χαλάσματα μ’ αλλόκοτες στριγκλιές να τα στοιχειώνουν. Κάθε στρατηγός του λέγειν, που ‘ναι λιγάκι λογικός, ψάχνει να βρει το πέρασμα και φτάνει στο συμπέρασμα: για να έχεις το αποτέλεσμα που θες, πρέπει να εισβάλλεις ιν μέντιας ρες.

Όσα ευωδιαστά λουλούδια κι όσα γλυκοκελαηδίσματα δεν ανθίζουν, δεν κουρνιάζουν σε προτεταμένης γλώσσας έξυπνα γυρίσματα. Θέλει μυστικά να μπούνε από πόρτες ανοιχτές, να συζήσουνε με σκέψεις ντόπιες και να μάθουν απ’ αυτές. Ύστερα θαλπωρή και χτύπο για να μείνουν ζωντανά, μα ο νους, όσα κι αν πλάθει, δεν κρεμάει φυλαχτά. Εκρήξεις από χείλη ξένα, έξω μακριά από εσένα, δεν μπορούν να σε σηκώσουν σε ύψη δυσθεώρητα. Στα απάτητα φτάνεις μόνο με αδαή βλαστάρια ή φτερά αυθόρμητα. Απ’ αυτά που ανασταίνει η φωτιά που δεν πεθαίνει και τις σπίθες της ζεσταίνει στις ρωγμές που έσκισε ο λόγος στα εγγενή σου απόρρητα.

Σχόλια