Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Προσπέραση

Ίδιος ο δρόμος. Μακρύς. Τον ορίζονται αγγίζει. Οι δρασκελιές όχι. Κάποιοι τραβούνε μπροστά. Άλλοι πάλι μένουν ξοπίσω. Βιάζονται ίσως. Έχουν δουλειές. Πρέπει να βρουν το κουράγιο να συνεχίσουν το περπάτημα. Ή τον χρόνο τους παίρνουν ν’ ανασάνει η ψυχή τους το πράσινο. Και το χρυσάφι. Στο στάχυ σκαρφαλώνει μια τόση δα πασχαλίτσα. Πέτα, πασχαλίτσα, να μας φέρεις των κρυφών μας ευχών το απότοκο. Χορεύουν οι μίσχοι. Δειλά να μην ενοχλήσουν τους διαβάτες. Που ακούν μουσική, μα όχι πουλιά. Μασουλούν καλημέρες. Έχουν δεμένο το γόνατο. Κοιτούν το γαλάζιο με περιέργεια. Αυτά είναι σύννεφα. Είναι αυτά σύννεφα; Οι σκύλοι γαβγίζουν. Παιχνιδιάρικα. Θυμωμένα. 

Σ’ αυτή τη στράτα περιδιαβαίνω κι εγώ. Είναι πρωί ακόμα κι έχει δροσιά. Ακούω βήματα ξοπίσω μου σβέλτα που ζυγώνουν ολοένα. Δεν θ’ αργήσουν να αριβάρουν στο κατά πόδας. Μα τον ρυθμό μου, αλήθεια, εύκολα δεν τον αλλάζω. Το κούρντισμα του καθενός διαφέρει, κατ’ αρχήν ή επί προφάσει. Κατά πως πλάθει ο νους και στέργει η καρδιά. Κι αυτό ορίζει μετά τις λεπτομέρειες και σε βαφτίζει αυτοδύναμο δρομέα. Παντού εμφανίζεται. Το ιδιότονο υπάρχει και στο πώς πλέκεις τα κορδόνια. Κι αν με ρωτάς, εγώ ποτέ μου δεν τα λύνω. Είναι φαρδύ το κουτουπιέ και δε σηκώνει σφιχτοδεσίματα ούτως ή άλλως. 

Πυκνώνουν άβολα οι γδούποι απ’ τις ξένες πατημασιές. Με μια ανυπομονησία που σιγοβράζει. Την ακούω στον τριγμό από τις σόλες. Η πλάτη μου προφανώς δεν τους αρέσει. Τους κόβει τη θέα και τη φόρα. Δεν τις αδικώ. Κάτι θα ξέρουν. Έχουν μια άποψη. Να επιμείνω πως να αναθεωρήσουν οφείλουν, ανοίγοντας τον διασκελισμό μου, αβάσιμο. Σάμπως ελλόγου μου την έχω δει ποτέ; Στην άκρη κάνω διακριτικά κι εκείνες απελεύθερες εφορμούν ν’ ανακτήσουν το χαμένο έδαφος και χρόνο. Κι έτσι μπροστά μου τις έχω τώρα. Κι αυτές κι άλλες πόσες. Κοπάδι ολάκερο όσο το μάτι βλέπει. Κι εγώ αεί μαθητευόμενος οπισθοφύλακας τσομπάνος. 

Τα πόδια αντέχουν. Μην τα φοβάσαι. Πάνω-κάτω. Αριστερό-δεξί. Δεν σημαίνουν και τίποτα σπουδαίο. Όλα στον κύκλο. Τον μεγάλο. Τον ένα. Φυτεμένος που είναι βαθιά στους εργαζόμενους μύες και ποτισμένος ιδρώτα. Στάλα τη στάλα. Απ’ τ’ ακρόφρυδα. Και τη ράχη της βαθιανασαίνουσας μύτης. Ίδιος ο δρόμος. Απαράλλαχτος σ’ όλο το μήκος. Κι όμως αλλάζει. Όλης της οικουμένης τους δρόμους συνάμα να υποδυθεί μπορεί. Κι αυτούς που πρωτοπόροι τολμητίες διάνοιξαν. Κι αυτούς που καταστροφές βιβλικές σβήσαν. Κι αυτούς που αδιανόητοι ακόμα λογίζονται. Την ουσία τους αυθάδικα παίρνει και την απλώνει περήφανα σε κάθε επόμενο χιλιόμετρο. Ή προηγούμενο. Ανάλογα πώς τον διαβαίνεις εσύ.

Σχόλια