Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ανίχνευση Πυλών Υποδοχής

Πρόθυμος είμαι να χωρέσω σ’ όποιον νου με μπάσουνε νεύματα προσκλητικά. Όσο κι αν πρέπει να σκύψω ή να πηδήξω στο κατώφλι για να φτάσω το πολύτιμο. Τα γούστα μου ξέρω πάνω-κάτω, μα ποτέ κανείς δεν έχασε δοκιμάζοντας κάτι καινούργιο. Έτσι καμιά πρόσκληση δεν απορρίπτω. Σεμνή ή μεγαλόφωνη. Δεν έχω πρόθεση την επικρατούσα τάξη να χαλάσω ή να αμφισβητήσω των νοικοκυρέων τη σεβάσμια φρονιμάδα. Αγένεια θα ‘ταν. Κοιτάζω και παρατηρώ μονάχα. Πλέκω τα δάχτυλα. Σταυρώνω τα ποδάρια. Έχω υποχρέωση εδώ που βρέθηκα να καταγράψω. Γιατί αλλιώτικα τη διάταξη οι καμαράρχες να φανερώσουν, αν δεν ήθελαν να δω και να θαυμάσω;

Όταν λέω πρόθυμος, δεν πετάω και τη σκούφια μου. Να ‘με σγχωρνάνε οι αφεντάδες που καλογνώμησαν να μου εκάμουν το ορίστε. Μακάριοι να ‘στε κι ευλογία στα ομορφολάξευτα τσερβέλα σας. Φίλντισι στα φρύδια σας, σμαράγδια στα σβερκά σας κι όλα τα πλούτη των λογισμών παντοτινά δικά σας. Τούτος εδώ ο ανάξιος παρεπίδημος να σας προσβάλλει δεν θα τολμούσε. Είστε καλοί κι άγιοι π’ ανοίξατε πορτόφυλλο να βρω ο τιποτένιος πρόσκαιρο αποκούμπι. Είναι που το ακροκαύκαλο κρυώνει εύκολα ξεσκέπαστο σαν μείνει. Πλακώνουν χιόνια στην κορφή, τα φρέατα παγώνουν και κρούσταλλα δένουν σταλάγματα που παίρνουν να τρίζουν, ν’ αντανακλούν και ν’ αγκυλώνουν. 

Τότε γλυκές ωρόρες απόκοσμες χορεύουν. Κι οι ανταύγειες τους ξεδιάντροπα γλείφουν τους γύρω τοίχους και τ’ άγρια σχήματα απ’ τα ξένα ράφια μεταθέτουν. Μαγιολίκια λεν πως μπήγω και το άδυτο μιαίνω, αν τις αφήσω να υψωθούν όπως τους πρέπει. Γι’ αυτό το πιθάρι που τις φυλά διπλοσφραγίζω. Όμως πάλι πίσω απ’ τα μάτια, εκεί που τα είδωλα ανάποδα γεννιούνται και ψιμυθιώνονται τα τρία χρώματα του μήκους των κυμάτων, τα περήφανα φώτα του χώρου αναπαράγω -και τα ντροπαλά σκοτάδια. Μαζί μου θα τα πάρω σαν θα φύγω. Τα σχέδια θα ‘ναι δικά μου αδιαμφισβήτητα. Τα έφτιαξα ταιριάζοντας κομμάτια από μύριες επισκέψεις. 

Ποτέ κανέναν δεν θ’ αφήσω ν’ απαιτήσει τα πρωτότυπα. Κι αν κάποιος αντίγραφα ζητήσει, θα πρέπει εκείνος να δεήσει στο δικό μου να ‘ρθει το ταπεινό κονάκι, να μελετήσει και να φτιάξει. Μα όλοι τρέμουν να σιμώσουν και να μπουν. Καλωσόρισμα φαρδυγράμματο έχω κρεμάσει φάτσα φόρα. Τούτοι διαβάζουν κάτι άλλο μοχθηρό. Πολλές φορές τις κονδυλιές ερεύνησα, μπας κι ίσκιος άμπνταλος πεσών αλλοπαίρνει τις μορφές. Σήκωσα καλέμι και τις στρογγύλεψα προληπτικά. Φύσηξα τη σκόνη, να ‘ναι καθάριες, παστρικές. Κοίταξα τον ορίζοντα με προσδοκία. Άδικος κόπος. Ουδείς εφάνηκε. Πέρασαν βιαστικά, μορφάσαν και τράβηξαν γι’ αλλού. Συνεννόηση. Μαζί μέσα σε νου. Αμέ. Ποιανού;

Σχόλια